-
1 κηλίς
A stain, spot, defilement, esp. of blood, A.Eu. 787 (lyr.), S.El. 446, E.IT 1200, etc.: generally, οὐ ῥᾴδιον ἐκμάξαι τὴν.. κηλῖδα [ἐκ τοῦ κατόπτρου] Arist.Insomn. 459b32;ἐν ἱματίῳ καθαρῷ καὶ αἱ μικραὶ κ. ἔνδηλοι Id.GA 780b32
;ἱμάτιον κηλίδων μεστόν Thphr.Char. 19.7
.2 metaph., stain, blemish, S.OT 1384; κ. συμφορᾶς ib. 833; ;ἐστάθη τὴν ἀσπίδα ἔχων, ὃ δοκεῖ κ. εἶναι τοῖς Λακεδαιμονίοις X.HG3.1.9
; ignominious punishment,θεία κ. προσπίπτει τῷ δράσαντι Antipho 3.3.8
; τῆς κ. εἰς ὑμᾶς ἀναφερομένης ib.11;τιμωρίας καὶ κηλῖδας πάσας αὐτοῖς ἀνῆκεν Hdn.6.8.8
.3 Medic., naevus, Lycusap.Orib.9.44.3. -
2 μεστός
A full,ἄγγεα Hom.Epigr.15.5
;ἐποίησεν τὴν πόλιν μεστήν Ar.Eq. 814
; ἔγχεον μεστήν a full cup, Diph.20, cf. Alex.58;μὴ μεστὰς ἀεὶ ἕλκωμεν Antiph.207.1
; of persons,οἶνον πίνεις μ. ὤν Alex.164
, cf. Anaxandr.15.II c. gen., full of,ἀργυρίου.. ἀρτάβη μεστή Hdt.1.192
;τὸ στόμα.. μεστὸν βδελλέων Id.2.68
;μ. ὕδατος Ar. Nu. 383
; ἀλφίτων, οἴνου, ἐλαίου, Id.Pl. 806sq.; ὄνος.. οἴνου μ. laden with.., Id.V. 617;ἱμάτιον κηλίδων μ. Thphr.Char.19.7
.2 metaph.,πάντα μ. ἐλπίδων ἀγαθῶν εἶναι X.HG3.4.18
; μεστοὶ σπουδῆς, ἀταξίας, Id.Smp.1.13, Mem.3.5.6;πολλῆς ἀνοίας μ. Isoc.5.45
;σοφία μ. ἐλέους καὶ καρπῶν ἀγαθῶν Ep.Jac.3.17
;φόβων καὶ ἐρώτων μ. Pl.R. 579b
;ἀπάτης μ. Id.Phd. 83a
, etc.;ἐλευθερίας Id.R. 563d
; μ. θεάτρου full of theatric pride, i. e. spoilt by applause, Id.Smp. 194b; ὑπερηφανίας καὶ ὑπεροψίας μ. v.l. in D.21.195.b sated with, c. gen., E.IT 804; ; τινος (of a person) Plu.2.541d: c. part., μ. ἦ θυμούμενος, i. e. had had my fill of anger, S.OC 768;μ. ἐγένετο ἀγανακτῶν D.48.28
;μεστοὶ τοῦ συνεχῶς λέγοντος Id.18.308
; alsoμ. τὸν θυμόν Plu.Alex.13
.
См. также в других словарях:
κηλίδα — Στίγμα, λεκές· μεταφορικά η λέξη σημαίνει την ατιμία ή το ηθικό στίγμα. (Αστρον.) Διάφορες περιοχές του Ήλιου, των πλανητών και των δορυφόρων, που είναι λιγότερο ανακλαστικές στο φως (ή, στην περίπτωση του Ήλιου, έχουν χαμηλότερη θερμοκρασία) και … Dictionary of Greek